-
1 ἐξ-απο-τίνω
ἐξ-απο-τίνω, ganz abbüßen, τῆς μητρὸς ἐρινύας Il. 21, 412.
См. также в других словарях:
εξαποτίνω — ἐξαποτίνω (Α) ικανοποιώ πλήρως, καταπραΰνω, κατευνάζω («οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απο τίνω «πληρώνω, δίνω ικανοποίηση»] … Dictionary of Greek